Wednesday, January 31, 2018

ΑΛΕΞΗΣ ΝΕΒΑΣ




ΠΟΙΗΜΑΤΑ


ΔΙΘΥΡΑΜΒΟΣ

Τραγούδια και χαρές να μην προσμένεις
στη δουλική ν’ ανθίσουνε ζωή μας·
κι ούτε τα ρόδα αυγής ονειρεμένης
ολόδροσα να σκάσουν στην αυλή μας...

Μιας θάλασσας πικρής, τρικυμισμένης
τον σάλαγον επήρεν η ψυχή μας·
και μιάς ιαχής στριγγής κι αλαλιασμένης
τον στόνον έχει κλείσει η θύμησή μας...

Μιά πάλη είναι η ζωή, στυγνή ώς θανάτου,
στο μίσος τ’ αδυσώπητο θρεμμένη,
– κι εμπρός του αισχρού τυράννου ο θρόνος κάτου!

Στη βία, στο κνούτο, στην αισχρή φοβέρα
τη ματωμένη βία, κι ανταριασμένη
τη νιότη μας θα υψώσουμε παντιέρα!...



Δημοσιεύθηκε στο αθηναϊκό περιοδικό «ΝΕΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ», Μάης 1928, αρ. 5, σελ. 153.



ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ


Άνομοι νόμοι μ’ έσυραν μιά μέρα
απ’ τις τραχιές του κάμπου τις αγκάλες,
κι ανήλεη με χαλκεύουνε φοβέρα
στις πύρινες του ολέθρου ανεμοζάλες.

Του μαρτυρίου η πορφύρα μολεμένη,
τα νιάτα μου τ’ αγνά πάει να κουρσέψει,
κι οι διάτες οι τραχιές, τη λυτρωμένη
να διαφεντέψουν πάνε μου τη σκέψη...

Χαρά μου και τιμή! Τ’ αδρό ντουφέκι
στα χέρια μου φουχτώνω, δαμασμένο,
κι η πίστη μου κι η ορμή μου αστροπελέκι
θ’ αστράψουν στο χαμό το δοξασμένο.

Ακοίμητος φρουρός –πικρή όχεντρά σου–
Πατρίδα των αισχρών και των βαρβάρων,
τη λόγχη μου θα στρέψω στα πλευρά σου
στης πλέμπας την ορμή και τ’ άρον-άρον...


Δημοσιεύθηκε στο αθηναϊκό περιοδικό «ΝΕΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ», Αύγουστος 1928, αρ. 8, σελ. 238.



ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΗ

I

Ανάμεσα απ’ τον άγριο κι αδρό σάλο,
που αδέσποτα ξεχύνεται στην πόλη,
απ’ το στενό το δρόμο ώς το μεγάλο
και κλεί και καταλεί την κίνηση όλη·

απάνω απ’ των καπνών τον τρελό μπάλο
των καμινάδων, που τον σβήνει η σκόλη
και τον σειρήνιο αχό –σκληρό σινιάλο–
που σκεί, ξεσκεί τα σπλάχνα σου σα βόλι·

ανάμεσα απ’ αυτή τη φρενιασμένη
πορεία, που αχνή εναλάσσεται τρεχάτη,
κι απάνω απ’ τη ζωή τη μολεμένη,

που ορθώνεται μια ορμή σκληρή, εκδικήτρα,
αγέρωχε κι αγνέ αδερφέ μου Εργάτη,
τη δύναμή σου νιώθω εγώ οδηγήτρα!


II

Απ’ τ’ άγουρα, τα δώδεκά σου χρόνια,
χρόνια σκληρά που χάλκεψες στην πείνα,
κι ανάδευες ανέσπιδα από χρόνια
στη στέρηση, σε δέχτηκε η μακίνα!

Κι ώς σήμερα που σ’ τ’ άσπρισαν τα χιόνια
κι απέριττα φαντάζουν άσπρα κρίνα,
τα πέρασες κρυφά στην καταφρόνια,
σαν τ’ άλικα παιδιάστικά σου εκείνα!

Μιά βίδα στον αεικίνητο τροχό της,
που η αδέκαστη η ανάγκη σ’ έχει αρμόσει,
ζεις και στενάζεις με το στεναγμό της!

Μα μέσα απ’ την οργή την εκδικήτρα,
που ανδρώνεται κι οργά για να σιμώσει,
τη δύναμή σου νιώθω αδρή οδηγήτρα!


III

Σαν του μοτέρ τ’ ακάθαρτο το λάδι
στραγγίζεις την ατίμητή σου ικμάδα,
–για το οργιαστό, του αφέντη σου, το βράδυ
και την αισχρή του κι άνομη παστάδα! –

Κι αν του τροχού δεχτείς κανένα χάδι
–θα είταν, θα ειπούνε, η μέρα σου αποφράδα–
να μη γνοιαστείς, και το άνεργο κοπάδι
θα πάρει της τιμής σου την αράδα!

Κι ως ήρτες θε να φύγεις! Κι αν μικρά ’ναι
τα γόνια σου για το ξερό κομμάτι,
άμε! – σαν ’κείνα πόσα θα πεινάνε!

Και μέσα απ’ την ορμή την καταλύτρα
που ορθώνεται στυγνή, αδερφέ μου Εργάτη,
τη δύναμή σου νιώθω ωμή εκδικήτρα!



IV

Ανάμεσα απ’ το σάλαγο, που οξύνει
της δύναμής σου η έπαρση και η γνώση,
και την πολύβοη κίνηση, που σβήνει
το στιβαρό σου χέρι σαν στομώσει·

Ανάμεσα απ’ τη δαντική αυτή δίνη,
που οι μόχθοι σου και το αίμα έχουν γιομώσει
του αφέντη το τρισόλβιο το λαγήνι,
και σένα αδρώνει το θανάτιο κόσσι·

ανάμεσα απ’ αυτή τη σκληρή πάλη,
που επίμονα μοχθεί να σε δαμάσει,
της πίστης χαλυβδώνεις σου το ατσάλι!

Και στην ορμή, που οργά για να ξεσπάσει
κι ορθώνεται εκδικήτρα, καταλύτρα,
τη δύναμή σου νιώθω εγώ οδηγήτρα!



Δημοσιεύθηκε στο αθηναϊκό περιοδικό «ΝΕΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ», Δεκέμβρης 1928, αρ. 12, σελ. 363.


.



ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΩΝ ΑΝΕΡΓΩΝ

Και σήμερα, σαν τόσες άλλες μέρες,
θα μείνουμε, συντρόφοι, πεινασμένοι…
κι ας κλαίνε των παιδιών μας οι μητέρες…
το δάκρυ τους το μίσος μας θ’ αξαίνει…

Κλειστές, μανταλωτές σ’ αυγές, εσπέρες
οι πόρτες της δουλειάς. Και κορωμένοι
στην πείνα μας ξεπέμπουνε φοβέρες
των άνομων αυλών οι ευνουχισμένοι…

Φαντάσματα στυγνά, κι άξενοι ξένοι
στα δώρα της ζωής, που μας στερούνε,
χαλκεύουμε μι’ αυγή αιματοβαμμένη.

Κι αλλοί, κι όσο η στερνή πνοή μάς μένει,
σ’ αυτούς που στην ορμή μας θ’ αντιστούνε
κ’ η πείνα μας ο τάφος τους θα γένει…



Δημοσιεύθηκε στο αθηναϊκό περιοδικό «ΝΕΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ», Φλεβάρης 1928, αρ. 2, σελ. 42.



ΤΡΕΙΣ ΣΠΟΝΔΕΣ

ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝ

Ακόμα ηχεί στις στέπες η φωνή σου
κι αναρριγούν φρουμάζοντας οι Σλάβοι,
και στην τρανή, λυτρωτική κραυγή σου
προστρέχουν απελεύθεροι και σκλάβοι.

Σβησμένη πια η ζωή σου, μα η μορφή σου
ανέσπερη θα ζεί και θε ν’ αστράβει
κ’ η πύρινη κι ατέρμονη πνοή σου
τη φλόγα του ιερού μένους μας θ’ ανάβει.

Στη μνήμη σου ακριβέ, –ιερό το τάμα–
που ευλαβικό αναρρίπισμα ριγώνει
τα μέλη μας, δε σμίγουνε το κλάμα.

Φρουροί στο Ρήμα ώς τη στερνήν ικμάδα,
που η ολοκλήρωσή του όλο σιμώνει,
την πίστη μας σού καίμε άσβεστη δάδα.


ΣΤΟΝ ΜΑΡΚΟ ΦΡΙΝΤΜΑΝ

    (που απαγχονίστηκε από τα
    τσαγκωφικά κτήνη στις 27/5/25)

Την ώρα που η φωνή σου μάς καλούσε
στην πάλη τη σκληρή, τη ματωμένη,
κ’ υπέρτατο τραγούδι μάς σκορπούσε·
την ώρα, που η ψυχή σου σπαρταρούσε
στην άνομη κρεμάλα ανεβασμένη
κι ανένοιαγη τον κόλαφο αψηφούσε
περήφανη, στον πόνο θεριεμμένη·
την ώρα τη φριχτή και τη μεγάλη
πικρά κρατάει η μνήμη μας, και υφαίνει
μιάν ώρα –κάποια αυγή πορφυρωμένη,
που σαν κι αυτήνα δε θε νά ’ναι κι άλλες–
φερμένη από τη βόρεια ανεμοζάλη,
των δήμιων σου να στήνει τις κρεμάλες.


ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΟΥΛΑ ΤΩΝ ΤΡΙΚΚΑΛΩΝ


    (που δολοφονήθηκε από τις
    αστικές ορδές στις 2/2/25)

Παιδούλα στη μορφή, μα τρισμεγάλη
σε ανάδειξεν η πύρινη ψυχή σου.
Στις πρώτες μέσα η πρώτη, κι ως ελάλει
το στόμα σου τον Ύμνο, ανάντροι εχθροί σου
σου πήραν της ζωής τ’ αγνά τα κάλλη.
Κι ως τρέξανε σιμά σου οι σύντροφοί σου
στων άνομων τον δόλο, μες στην πάλη
πεντέξη ταξιδέψανε μαζί σου…
Παιδούλα στη μορφή, μ’ αδράτο θρέμμα
των σκλάβων σου γονιών, σαν τόσων άλλων,
δεν κλαίμε μπρος στην άδικη θανή σου.
Του αλύτρωτου τού ανθρώπου εσύ το πνέμα
το φάσμα θα γενείς των αντιπάλων,
σαν ανδρωμένη ηχήσει πια η φωνή σου.



Δημοσιεύθηκαν και τα τρία ποιήματα μαζί στο αθηναϊκό περιοδικό «ΝΕΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ», Δεκέμβρης 1928, αρ. 12, σελ. 28.

No comments: